Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Το Μνημόνιο και το διακύβευμα των εκλογών

Δημοσιεύτηκε στο ένθετο της εφημερίδας «Έθνος» με θέμα «Επαναδιαπραγμάτευση, αναθεώρηση ή καταγγελία; Τι θα αλλάζατε στο Μνημόνιο;» (Κυριακή 3 Ιουνίου 2012).


Μια χώρα που για να μπει στο ευρώ δεσμεύτηκε για έλλειμμα 3% του ΑΕΠ, αλλά μετά από λίγα χρόνια το έφτασε σε σχεδόν 16%, όπως συνέβη με την Ελλάδα το 2009, δεν έχει την πολυτέλεια να συζητά εάν θα μειώσει το έλλειμμά της. Ιδίως αφού διαπιστώσει ότι οι αγορές δεν είναι πια διατεθειμένες να την δανείζουν (με επιτόκια που δεν είναι απαγορευτικά).


Η μόνη λογική συζήτηση για μια τέτοια χώρα είναι όχι εάν αλλά πώς θα μειώσει το έλλειμμά της. Εμείς αυτό δεν το κάναμε, ούτε τότε ούτε τώρα (δυόμιση ολόκληρα χρόνια μετά). Προτιμήσαμε να συζητάμε για άλλα αντ’ άλλων. Και αφού δεν το κάναμε μόνοι μας, ανέλαβε να το κάνει για λογαριασμό μας η τρόικα: η ΕΕ, η ΕΚΤ και το ΔΝΤ, δηλ. οι μόνοι που (για δικούς τους λόγους) συνέχισαν να μας δανείζουν, και μάλιστα με συμφέροντες για εμάς όρους. Το τι ακριβώς θα πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να μειώσει το έλλειμμά της ονομάστηκε «Μνημόνιο».


Το Μνημόνιο της τρόικας περιείχε μέτρα που ήταν αυτονόητα (πάταξη της φοροδιαφυγής, ασφαλιστική μεταρρύθμιση, μείωση της σπατάλης στην υγεία και αλλού), άλλα που ήταν αμφιλεγόμενα (εκποίηση της δημόσιας περιουσίας), και κάποια που μέχρι στιγμής τουλάχιστον έχουν αποδειχθεί λανθασμένα (η θεωρητικά εύλογη πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης», η οποία στην πράξη μείωσε τους μισθούς στον ιδιωτικό τομέα χωρίς όμως να οδηγήσει σε μείωση των τιμών).


Μπορούμε να κάνουμε σήμερα ό,τι δεν κάναμε τα τελευταία δυόμιση χρόνια; Δηλ. να το πάρουμε απόφαση ότι η λιτότητα είναι αναπόφευκτη, και ότι το μόνο άξιο λόγου ζήτημα είναι το πόσο δίκαιη και πόσο αποδοτική θα είναι αυτή; Και να συμφωνήσουμε σε ένα δικό μας Μνημόνιο, που να μειώνει τα ελλείμματα όσο και το Μνημόνιο της τρόικας, με καλύτερο όμως και δικαιότερο τρόπο;


Φυσικά μπορούμε. Ποτέ δεν είναι αργά. Θα έχουμε χάσει όμως πολύτιμο χρόνο. Στα τελευταία δυόμιση χρόνια δεν μοιράσαμε δίκαια τα βάρη της αναγκαίας προσαρμογής, δεν προστατεύσαμε τα πιο αδύναμα από τα θύματα της κρίσης, δεν εξυγιάναμε την οικονομία, την πολιτική, τη δημόσια διοίκηση. Ούτε βάλαμε τις βάσεις για να είναι βιώσιμη η ανάπτυξη που κάποια στιγμή φαίνεται ότι θα έρθει, καθώς η Ευρώπη προσανατολίζεται προς μια πιο επεκτατική οικονομική πολιτική. Και αυτή την αποτυχία χρεώνεται το πολιτικό σύστημα της χώρας, μαζί με όλους τους στυλοβάτες του: κόμματα, συνδικάτα, εργοδοτικές οργανώσεις, επαγγελματικές ενώσεις, μέσα ενημέρωσης.


Ακόμη και τώρα, εάν οι εκλογές οδηγήσουν σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, ευρύτατης υποστήριξης, με πρόγραμμα την αποφασιστική μείωση των ελλειμμάτων και την ταχεία προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων, και με στόχο την παραμονή στο ευρώ (και στην ΕΕ), τότε μια τέτοια κυβέρνηση θα μπορεί να υπολογίζει στην κατανόηση των Ευρωπαίων εταίρων μας.


Σε αντίθετη περίπτωση, εάν δηλ. οι κύριες πολιτικές δυνάμεις εξακολουθήσουν να ψάχνουν λύσεις εκεί που δεν υπάρχουν, όπως μας προτείνει το αντιμνημονιακό μπλοκ Σπίθας-ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ-Καμμένου-Χρυσής Αυγής, και όπως ονειρεύεται τόσο το βαθύ ΠΑΣΟΚ όσο και η ηγετική ομάδα της ΝΔ, τότε θα βρεθούμε χωρίς πολλά-πολλά εκτός ευρώ (και ίσως εκτός ΕΕ).


Και τότε, η λιτότητα που αναγκαστικά θα ζήσουμε θα είναι τόσο άγρια που θα μας κάνει να νοσταλγήσουμε τα τελευταία δυόμιση χρόνια.


Αυτό είναι το διακύβευμα των εκλογών. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από αυτό.