Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Η νέα μετανάστευση των Ελλήνων: «ευλογία ή κατάρα»;


Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο ενημέρωσης και ανάλυσης «TVXS» (Σάββατο 28 Απριλίου 2012).
Δίστασα πολύ προτού αποδεχθώ την ευγενική πρόσκληση της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Κατ’ αρχήν επειδή με ξάφνιασε: όταν μου τηλεφώνησαν – στα μέσα Ιουλίου 2011 – βρισκόμουν στην Κατάνια της Σικελίας, και το μυαλό μου ήταν εντελώς αλλού. Αλλά, κυρίως, επειδή γενικά προσπαθώ να μιλάω μόνο για θέματα πάνω στα οποία έχω κάτι να πω, πέρα από τις συνήθεις κοινοτοπίες.
Ο λόγος που τελικά δέχθηκα δεν είναι ότι είχα προβλέψει ότι η εκδήλωση θα συμπέσει με την προεκλογική περίοδο, και ότι μάλιστα εγώ θα είμαι υποψήφιος. (Η γνώση του μέλλοντος δεν συγκαταλέγεται στα χαρίσματά μου.) Δέχθηκα υπό τον όρο ότι θα μιλήσω λίγο, αναφερόμενος κυρίως στη νέα μετανάστευση των φοιτητών μου και των συναδέλφων μου πανεπιστημιακών (την οποία γνωρίζω, ας πούμε, ανεκδοτολογικά), και δευτερευόντως στην αμέσως προηγούμενη αλλά και στην παλαιότερη μετανάστευση (την οποία αντίθετα γνωρίζω από πρώτο χέρι).
Πρώτα μερικά βαρετά αλλά αναγκαία στοιχεία. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια έχει ζωντανέψει το ενδιαφέρον των Ελλήνων για μετανάστευση στο εξωτερικό. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τζένης Καβουνίδου (ΚΕΠΕ, περιοδικό «Οικονομικές Εξελίξεις», τ. 17/2012), το α’ εξάμηνο του 2011 εγκαταστάθηκαν στη Γερμανία 4.100 άτομα (+84% σε σχέση με το α’ εξάμηνο του 2010). Όπως ανέφερε πρόσφατα στέλεχος ελληνογερµανικής εταιρείας εύρεσης εργασίας («Καθηµερινή», 23/11/2011), η εταιρεία δέχεται καθηµερινά περίπου 60 βιογραφικά Ελλήνων πτυχιούχων 25-40 ετών, αν και ο αριθμός όσων βρίσκουν δουλειά στη Γερµανία είναι µόλις τρία άτοµα το µήνα. Από την άλλη, ο αριθμός των Ελλήνων που έχουν εγγραφεί στον ιστότοπο EURES (δηλ. την «πύλη» των δηµόσιων οργανισµών απασχόλησης τύπου ΟΑΕΔ για την κινητικότητα στην ευρωπαϊκή αγορά εργασίας) ήταν πάνω από 20.000 τον Οκτώβριο 2011, έναντι 11.500 τον Νοέμβριο 2010. («Το Βήµα», 16/10/2011).
Το ίδιο ισχύει και για τον ιστότοπο αναζήτησης εργασίας Europass, στον οποίο κάθε πολίτης στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο μπορεί να στείλει το βιογραφικό του: από 46.400 βιογραφικά Ελλήνων το 2010, φτάσαμε τα 89.300 το Νοέµβριο του 2011 («Καθηµερινή», 16/12/2011). Τέλος, η πρεσβεία της Αυστραλίας στην Αθήνα διοργάνωσε τον Οκτώβριο 2011 σειρά 5 ενημερωτικών συναντήσεων για τις δεξιότητες που ζητούνται εκεί κτλ. Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη: αίτηση συμμετοχής στις συναντήσεις αυτές υπέβαλαν 15.000 άτομα, από τις οποίες αιτήσεις εγκρίθηκαν οι 1.250 – εννοώ για συμμετοχή στις ενημερωτικές συναντήσεις: όσον αφορά την εγκατάσταση Ελλήνων στην Αυστραλία, η σχετική ροή παραμένει πολύ περιορισμένη: 15 για νέα εγκατάσταση και 59 για οικογενειακή επανένωση το 2011 (έναντι 22 και 101 αντιστοίχως το 2008).
Τι μας δείχνουν τα στοιχεία αυτά; Κυρίως ότι η νέα μετανάστευση είναι προς το παρόν λιγότερο πραγματικότητα και περισσότερο επιθυμία, διάθεση. Φυσικά αυτό μπορεί να αλλάξει. Όμως, η παγκόσμια οικονομία είναι σε φάση στασιμότητας. Κάποια στιγμή βέβαια θα βγει από αυτήν - αλλά τίποτε δεν δείχνει ότι τότε θα μπει σε φάση ανάπτυξης με ρυθμούς παρόμοιους με εκείνους της «χρυσής τριακονταετίας» (από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στις πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του ’70). Επί πλέον, η νέα μετανάστευση των Ελλήνων – ή των Ισπανών, των Ιρλανδών κτλ. – θα έχει να ανταγωνιστεί τη μετανάστευση των εξαθλιωμένων μαζών της Αφρικής και της Ασίας, αλλά και τη μετανάστευση των εργαζομένων υψηλής ειδίκευσης από χώρες όπως η Ινδία ή η Κορέα. Τίποτε από τα δύο δεν ίσχυε όταν εκδηλώθηκε η προηγούμενη μετανάστευση των Ελλήνων, τις δεκαετίες του ’50 και του ’70. Συνεπώς, εξ αιτίας των διεθνών συνθηκών, η νέα μετανάστευση ίσως τελικά αποδειχθεί μικρότερης έκτασης από όσο μας φαίνεται σήμερα.
Καλό είναι αυτό ή κακό; Θα πω με δυο λόγια τι σκέφτομαι για αυτό – αλλά σε λίγο.
Τι άλλο μπορούμε να συμπεράνουμε από τα διαθέσιμα στοιχεία; Να σημειώσω κατ’ αρχήν ότι αυτά είναι πιο δυσεύρετα από ό,τι στο παρελθόν, αφού ούτε η Ελ.Στατ. ούτε το γραφείο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης στην Αθήνα συλλέγουν στατιστικά δεδομένα για τη μετανάστευση των Ελλήνων, συμπεραίνοντας ίσως (πρόωρα) ότι το κύμα παλιννόστησης που εντάθηκε από τη δεκαετία του ’70 έκλεισε οριστικά το ζήτημα της μετανάστευσης των Ελλήνων. Παρά την έλλειψη λεπτομερών δεδομένων, όμως, κοινή διαπίστωση είναι οι νέοι μετανάστες έχουν σαφώς υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο από ό,τι οι προηγούμενοι (που ήταν κυρίως υπεράριθμοι αγρότες και άνεργοι εργάτες, κατά κανόνα μη κάτοχοι πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων).
Αυτό με φέρνει στη νέα μετανάστευση των φοιτητών και των πανεπιστημιακών που έλεγα νωρίτερα. Οι τελευταίοι είναι μια αριθμητικά μικρή ομάδα, αλλά ενδεικτική ίσως της γενικής τάσης. Πάντοτε είχαμε Έλληνες καθηγητές σε ξένα πανεπιστήμια, ακόμη και στα καλύτερα. Όμως, η (αλόγιστη) επέκταση της ανώτατης εκπαίδευσης την τελευταία δεκαετία (με κοινοτικά κονδύλια: το γνωστό ΕΠΕΑΕΚ) είχε απορροφήσει το σύνολο σχεδόν του αποθέματος των νεαρών διδακτορούχων με καλές σπουδές και - συχνά - διδακτική εμπειρία στο εξωτερικό οι οποίοι φιλοδοξούσαν να ακολουθήσουν ακαδημαϊκή καριέρα στην Ελλάδα. Τώρα που (και αυτή) η φούσκα έσκασε, το απόθεμα αυξάνεται.
Από την άλλη, έχουμε αρκετά παραδείγματα διδασκόντων σε πανεπιστήμια του εξωτερικού που ενώ έχουν εκλεγεί σε ένα ελληνικό πανεπιστήμιο, ο διορισμός τους καθυστερεί τόσο απελπιστικά ώστε τελικά αναθεωρούν (προσωρινά;) την απόφασή τους να επιστρέψουν. Έχουμε επίσης (λιγότερα) παραδείγματα συναδέλφων που εγκαταλείπουν ή απλώς διακόπτουν την καριέρα τους σε κάποιο ελληνικό πανεπιστήμιο για να (ξανα)φύγουν στο εξωτερικό. Έχουμε τέλος μερικά παραδείγματα νεαρών διδακτορούχων που έρχονται από το εξωτερικό, δεν βλέπουν φώς εδώ, και ξαναφεύγουν έχοντας επιλεγεί ως ερευνητές ή λέκτορες σε κάποιο ξένο πανεπιστήμιο.
Επίσης, τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν οι πρώην φοιτητές μας που φεύγουν μεν για μεταπτυχιακές σπουδές, αλλά που όταν αυτές ολοκληρωθούν ψάχνουν και βρίσκουν δουλειά στην ξένη χώρα (ή και σε κάποια άλλη), αντί να επιστρέψουν αμέσως στην Ελλάδα όπως συνέβαινε μέχρι πρόσφατα. Δεν μπορώ να το αποδείξω, αλλά η εντύπωσή μου είναι ότι αυτοί που μένουν στο εξωτερικό είναι οι πιο δραστήριοι, οι πιο επινοητικοί, οι πιο κοσμοπολίτες.
Είχα υποσχεθεί (ή απειλήσει) ότι θα πω δυο λόγια για το εάν όλα αυτά μου φαίνονται θετικά ή αρνητικά. Νομίζω ότι για τους ίδιους τους νέους μετανάστες, ιδίως όσους έχουν υψηλές δεξιότητες, η καριέρα στο εξωτερικό θα αποδειχθεί μια από τις καλύτερες ιδέες που είχαν ποτέ. Θα αφήσουν πίσω τους μια χώρα όχι απλώς φτωχότερη αλλά επίσης πιο στενάχωρη, πιο μίζερη, πιο απαισιόδοξη και πιο βίαιη από ό,τι πριν. Και επίσης μια χώρα όπου – ακριβώς όπως πριν – η αξιοκρατία είναι κενή ρητορεία, όπου οι καλές δουλειές πάνε στους «κολλητούς» και όχι στους καλύτερους, όπου ένα νέο παιδί δεν αρκεί να έχει καλές σπουδές και κέφι για δουλειά, εάν δεν έχει επί πλέον τις κατάλληλες διασυνδέσεις.
Για αυτό δεν σας κρύβω ότι σε όσους πρώην φοιτητές ή συναδέλφους ζητούν τη γνώμη μου συνιστώ πάντοτε να πάρουν τη μεγάλη απόφαση και να τολμήσουν. Για να μην πω ότι πολύ θα ήθελα κάποια στιγμή να τους ακολουθήσω. (Εάν κάποτε το κάνω, θα είναι η τρίτη φορά που μεταναστεύω: οι άλλες δύο ήταν - η πρώτη - ως παιδί Gastarbeiter στη Γερμανία της δεκαετίας του ’60, και - η δεύτερη - ως μεταπτυχιακός υπότροφος στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στη συνέχεια junior academic στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 στην Αγγλία. Νομίζω ότι έχω πλέον αποκτήσει τεχνογνωσία.)
Συνεπάγεται αυτό ότι η νέα μετανάστευση των Ελλήνων είναι ευεργετική και για τη χώρα; Προτού απαντήσω, θα ήθελα να θυμίσω ότι έχουμε ξαναβρεθεί εδώ. Όπως γράφει ο Γιάννης Καούνης σε άρθρο του στην «Καθημερινή» (2/5/2004), το 1965 το περιοδικό «Eποχές» αφιέρωσε 5 τεύχη (21-25) στο ερώτημα «Mετανάστευση: ευλογία ή κατάρα;»
O διάλογος ήταν πλούσιος. Συντονιστές ήταν οι Hλίας Δημητράς και Nικόλαος Πολύζος. Συμμετείχαν με κείμενά τους κορυφαία ονόματα της επιστημονικής και πολιτικής ζωής της χώρας. Μεταξύ άλλων: οι πανεπιστημιακοί καθηγητές Σωτήρης Αγαπητίδης, Διονύσης Kαράγιωργας και Λουκάς Πάτρας. Ο διοικητής της ΤτΕ Γιάγκος Πεσμαζόγλου και ο υποδιοικητής της ΑTE Αδαμάντιος Πεπελάσης. Ο πρόεδρος του ΣΕΒ Γεώργιος Δράκος. Οι συνδικαλιστές Oρέστης Xατζηβασιλείου και Kώστας Παπαϊωάννου. Ο αρχηγός της EPE Παναγιώτης Kανελλόπουλος – ο οποίος εθεωρείτο (ανακριβώς, κατά τον ίδιο) ότι μιλώντας για το θέμα αυτό είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη «ευλογία». Οι βουλευτές της Eνώσεως Kέντρου Γεώργιος Mαύρος και Ανδρέας Παπανδρέου. Ο ηγέτης της ΕΔΑ Hλίας Hλιού, ο οποίος χαρακτήρισε την τότε μετανάστευση των Ελλήνων «αληθινή θεομηνία» («Eποχές», τ. 22/1965). Γενικά, καθώς μετακινούμαστε από τα δεξιά προς τα αριστερά, η στάση του γράφοντος γινόταν λιγότερο αμφίθυμη και σαφώς πιο απορριπτική.
Ακόμη και εάν δεχθούμε ότι η προηγούμενη μετανάστευση, της γενιάς του πατέρα μου (η μετανάστευση των υπεράριθμων αγροτών και των ανέργων εργατών χωρίς πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων), είχε κάποιες θετικές επιπτώσεις (μεταναστευτικά εμβάσματα, εκτόνωση των πιέσεων στην αγορά εργασίας), φοβάμαι ότι η νέα μετανάστευση των Ελλήνων δεν θα έχει ούτε καν αυτές. Θα έχει σχεδόν αποκλειστικά αρνητικές επιπτώσεις - δηλ. όλες όσες είχαν αναφερθεί στο αφιέρωμα του περιοδικού «Eποχές» το 1965 - στις οποίες θα πρέπει να προστεθεί μια ακόμη, η εξής:
Όταν θα βγούμε από την κρίση, θα το χρωστάμε στους πιο δραστήριους, στους πιο επινοητικούς, στους πιο κοσμοπολίτες. Εάν, όπως έχω την εντύπωση, τέτοιοι είναι οι νεαροί συμπατριώτες μας που σήμερα μεταναστεύουν, ποιος θα μείνει πίσω για να μας βγάλει από την κρίση; Μήπως οι μπαχαλάκηδες που καίνε την Αθήνα; Οι «αδιόριστοι πτυχιούχοι» που περιμένουν καρτερικά να έρθει η σειρά τους; Οι ανεπρόκοποι γόνοι των «καλών οικογενειών» που περιμένουν να κληρονομήσουν το ιατρείο ή το δικηγορικό γραφείο ή την επιχείρηση του μπαμπά; Ή μήπως οι αγανακτισμένοι πελάτες του πελατειακού συστήματος που καταρρέει; Φοβάμαι ότι όχι: δεν θα μας βγάλουν αυτοί από την κρίση.
Για αυτό πρέπει να σταματήσουμε την αιμορραγία. Όχι βέβαια εμποδίζοντας τους νέους ανθρώπους να πάρουν το δρόμο της ξενητειάς, εάν αυτό θέλουν. Αλλά δημιουργώντας τις κατάλληλες προϋποθέσεις ώστε να βρουν γρήγορα τον δρόμο του γυρισμού - κάνοντας δηλ. ό,τι μπορούμε για να γίνει η Ελλάδα λιγότερο στενάχωρη, λιγότερο μίζερη, λιγότερο απαισιόδοξη και λιγότερο βίαιη από ό,τι είναι σήμερα. Μια χώρα όπου η αξιοκρατία δεν είναι κενή ρητορεία, και όπου για να πάει μπροστά ένα νέο παιδί θα αρκεί να έχει απλώς καλές σπουδές και κέφι για δουλειά.

Mein Wahlprogramm in 600 Wörter


In normalen Zeiten sind normale Menschen froh die Politik den Politikern zu überlassen. Aber diese Zeit ist alles andere als normal: die Parlamentswahl am 06. Mai 2012 kann ein Wendepunkt  für die Zukunft Griechenlands sein. Dies ist der Grund warum normale Bürger, einige zum ersten Mal in ihrem Leben, eine aktive Rolle im politischen Leben übernehmen.


Hinzu kommt mein stetiges Interesse an politischen Ideen, eine feste Überzeugung zur Mitte-Links-Politik, persönliche Erfahrung durchsetzt mit kurzen Episoden der intensiven Teilnahme an politischen Aktivitäten. Und eine wahre Besessenheit auf die Verteilungswirkung der öffentlichen Politik; kurz umrissen der Hintergrund meiner Entscheidung für die Demokratische Linke im Zentrum Athens zu kandidieren.


Mein Wahlprogramm in aller Kürze:


Griechelands Platz ist im Herzen von Europa. Es gibt keine Zukunft für dieses Land außerhalb der EU. Der Austritt brächte mehr Unordnung; er würde die Griechen traumatisieren und Griechenlands Beziehungungen mit den europäischen Partner für viele Jahre vergiften.


Die Währung Griechenlands ist der Euro. Der derzeitige Zustand der Eurozone ist weit weg vom Idealzustand. Engere Koordinierung der Staaten und eine Wiederbelebung EU-weiter, öffentlicher Investitionen würde helfen, die Rezession zu beenden und die Arbeitslosigkeit in Europa zu reduzieren. Eine Änderung der europäischen Politik wäre ein Vorteil für Griechenland; dies liegt jedoch zu einem großen Teil außerhalb unseres Einflussbereiches. In der Zwischenzeit sollte unser Hauptaugenmerk darauf liegen, unser eigenes Land in Ordnung zu bringen.


Die Krise ist nicht auf Griechenland beschränkt, aber die Ursachen der griechischen Krise sind hausgemacht. Chronisch große Defizite sind das Ergebnis von klientelistischer Politik, ineffizienter öffentlicher Verwaltung und Institutionen des öffentlichen Sektors, die dringend reformiert werden müssen, ebenso wie eine Unternehmenskultur, die darauf ausgerichtet ist, sich öffentlichen Aufträge durch gute Verbindungen mit Politikern und Bürokraten zu sichern (statt durch Effizienz und Leistung). Bevor wir damit nicht Schluss machen, kann es keine nachhaltige Wachstum für die griechische Wirtschaft geben. Deshalb muss die Reduzierung der öffentlichen Defizite und die Reform der staatlichen Institutionen unsere erste Priorität sein.


Wenn auch der Sparkurs unausweichlich ist, zumindest für einige Zeit, so sollten wir darauf achten, dass er gerecht bleibt. Die steuerliche Belastung muss gerecht verteilt werden, die Verschwendung und die Ineffizienz im öffentlichen Sektor minimiert werden bei gleichzeitiger Aufrechterhaltung wesentlicher öffentlicher Leistungen und effektivem Schutz der schwächsten Opfer der Rezession.


Griechenlands Wohlfahrtssystem erweist sich ungeeignet für die Krise. Während die Arbeitslosenzahlen auf ein Rekordhoch klettern, ist die Gefahr groß, durch Arbeitsplatz- oder Einkommensverlust durch das (soziale) Raster in extreme Armut zu fallen. Deshalb muss die Stärkung des sozialen Netzes eine wichtige Priorität sein. Obwohl die Sozialausgaben gesamtwirtschaftlich ziemlich hoch sind, müssen diese nicht im Widerspruch zu der Haushaltskonsolidierung stehen: dies kann durch Rationierung der Ressourcen nach Bedürftigkeit erreicht werden, anstatt durch Zuteilung der Ressourcen nach politischer Macht der Empfänger.


Für viele ist wiedereinmal Auswanderung eine attraktive Möglichkeit. In der Regel sind es junge, aufgeschlossene, hochqualifizierte Griechen, die sich entscheiden, im Ausland ein neues Leben zu beginnen oder zu bleiben, nachdem Ihr Studium beendet ist. Gut für diese jungen Menschen, furchtbar schlecht für unser Land. Diese neuen Emigranten entkommen nicht nur der Arbeitslosigkeit:  sie lehnen vielmehr einen Arbeitsmarkt ab, in dem es wenig zu verdienen gibt und in der Initiative und Orginalität oftmals feindselig begegnet wird. Solange wir unser Haus nicht in Ordnung bringen, werden wir die Abwanderung von Fachkräften nicht stoppen.


Wir Griechen sind stolz darauf, genial, einfallsreich und kreativ zu sein - genau wie Ulysses. Ob dies wirklich der Fall ist, kann ich nicht mit Bestimmtheit sagen. Aber jetzt ist die Zeit, es zu beweisen: dem Rest der Welt, der uns beobachten, aber vor allem uns selbst.

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Πρόσκληση: 25 Απριλίου


Αγαπητοί φίλοι


Με ευκαιρία (ή μάλλον πρόφαση) την υποψηφιότητά μου με τη Δημοκρατική Αριστερά στην Α' Αθήνας, σας προσκαλώ όλους για λίγη κουβέντα και (λίγο περισσότερο) ποτό.


Τετάρτη 25 Απριλίου, 9 το βράδυ, στο Βooze (Κολοκοτρώνη 57)


Θα χαρώ να σας δω εκεί


Μάνος Ματσαγγάνης




ΥΓ. Στην Ιταλία 25 Απριλίου είναι η Ημέρα της Απελευθέρωσης. Το σκίτσο είναι προς τιμήν.


Η παρτιζάνα λέει περίπου τα εξής: "Απεχθάνομαι τις ιδέες σου αλλά ρίσκαρα τη ζωή μου για να μπορείς να τις εκφράζεις ελεύθερα ... Μην το παρακάνεις όμως, ε;"


(Έτσι είμαστε εμείς οι left liberal)

Φορολογική δημοκρατία;


Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο ενημέρωσης και ανάλυσης «Protagon» (Δευτέρα 23 Απριλίου 2012).

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η αμοιβαία δυσπιστία που πάντοτε χαρακτήριζε τη σχέση κράτους-πολιτών στην Ελλάδα έχει ενταθεί και άλλο λόγω της κρίσης. Παρότι οι πολιτικοί δεν μιλούν για αυτό, το πρόβλημα είναι σοβαρό: δύσκολα θα βγούμε από την κρίση και δύσκολα θα μπούμε σε μια τροχιά (υγιέστερης) ανάπτυξης χωρίς πρώτα το κράτος να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών.

Το ερώτημα είναι «πώς». Και εύκολες απαντήσεις δεν υπάρχουν ούτε εδώ. Για να μετατραπεί η δυσπιστία σε εμπιστοσύνη χρειάζεται να φυσήξει ένας δυνατός άνεμος εξυγίανσης (της πολιτικής, της δικαιοσύνης, της δημόσιας διοίκησης), και αποκατάστασης του κράτους δικαίου (δηλ. σεβασμού των δικαιωμάτων και της νομιμότητας). Κάτι τέτοιο προφανώς δεν πρόκειται να συμβεί από τη μια μέρα στην άλλη – αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε από τώρα να αρχίσουμε να δουλεύουμε λύσεις προς μια τέτοια κατεύθυνση. Ήδη έχουμε αργήσει πολύ ...

Η φοροδιαφυγή είναι μια μόνο εκδήλωση αυτής της έλλειψης εμπιστοσύνης στη σχέση κράτους-πολιτών. Σημαντική όμως: η φοροδιαφυγή μας στοιχίζει ακριβά, αφού το κόστος της το πληρώνουμε σε μεγαλύτερες περικοπές στη δημόσια δαπάνη (δηλ. σε μισθούς, συντάξεις και χρηματοδότηση δημόσιων υπηρεσιών), και σε υψηλότερους φόρους (για όσους δεν μπορούν να τους αποφύγουν), από ό,τι θα ήταν αναγκαίο. Και για αυτό, μια ειλικρινής συζήτηση για το πώς μπορεί ρεαλιστικά να περιοριστεί η φοροδιαφυγή επείγει πολύ.

Μια πτυχή αυτού του προβλήματος είναι ότι ο φορολογούμενος πολίτης δεν έχει λόγο στο πώς το κράτος δαπανά τους φόρους που αυτός πληρώνει. Τι να κάνουμε; Μια ιδέα για αυτό μας έρχεται από τη γειτονική μας Ιταλία. Εδώ και λίγα χρόνια (από το 2006), στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων έχουν προστεθεί δύο κουτάκια. Σε αυτά ο φορολογούμενος μπορεί να δηλώσει σε ποια μη κερδοσκοπική οργάνωση επιθυμεί να αποδοθεί το 5 τοις χιλίοις του φόρου που του αναλογεί. Δικαίωμα συμμετοχής έχουν οι οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα του εθελοντισμού, της ιατρικής έρευνας, τα ερευνητικά κέντρα και τα πανεπιστήμια. Με τον τρόπο αυτό κατανέμεται το συνολικό ποσό που το ιταλικό κράτος έχει αποφασίσει να μοιράσει στις μη κερδοσκοπικές οργανώσεις: μέσω μιας ανοιχτής διαδικασίας φορολογικής δημοκρατίας, όχι με (ενίοτε, άγριο) λόμπυ στο παρασκήνιο.

Και το δεύτερο κουτάκι; Να θυμίσω κατ’ αρχήν ότι η Ιταλία είναι κοσμικό κράτος, πλήρως διαχωρισμένο από την καθολική εκκλησία (της οποίας η έδρα, στην καρδιά της Ρώμης, αναγνωρίζεται ώς άλλο κράτος: το Βατικανό). Για παράδειγμα στα σχολεία ή στα δικαστήρια δεν υπάρχει Εσταυρωμένος: μόνο η ιταλική σημαία (και η ευρωπαϊκή), καθώς και η φωτογραφία του εκάστοτε Προέδρου της Δημοκρατίας. Φυσικά, το ιταλικό κράτος έχει επιλέξει να επιχορηγεί με ένα όχι ασήμαντο ποσό (περίπου 1 δις ευρώ ετησίως) την εκκλησία – ή μάλλον όλες τις εκκλησίες με σημαντική παρουσία στη χώρα: την καθολική, βέβαια, αλλά και τη μεθοδική, την ευαγγελική-λουθηρανική, καθώς επίσης και την εβραϊκή κοινότητα.

Ο μηχανισμός (γνωστός ως «8 τοις χιλίοις») με τον οποίο κατανέμεται το ποσό του 1 δις στις θρησκευτικές οργανώσεις είναι παρόμοιος αλλά όχι ακριβώς ίδιος με τον προηγούμενο. Κάθε φορολογούμενος μπορεί να συμπληρώσει το όνομα της εκκλησίας που προτιμά, ενώ στο τέλος οι προτιμήσεις αθροίζονται έχοντας όλες το ίδιο βάρος (όπως σε μια ψηφοφορία). Με άλλα λόγια, ο φορολογούμενος δεν δεσμεύει το 8 τοις χιλίοις του φόρου που αναλογεί στον ίδιο, αλλά επηρεάζει την κατανομή του 8 τοις χιλίοις του συνολικού φόρου όλων των φορολογουμένων (περίπου 1 δις ευρώ). Όπως αναμενόταν, πάνω από 80% των φορολογουμένων επιλέγουν την καθολική εκκλησία, ενώ 10% επιλέγουν την απάντηση «καμμιά θρησκευτική οργάνωση» (το ποσό παραμένει στο κράτος για να το δαπανήσει με άλλον τρόπο).

Θα μου πείτε: «Έτσι θα σωθούμε;» Όχι, όχι μόνο έτσι. Μια τέτοια ένεση φορολογικής δημοκρατίας θα ήταν (το πολύ) μια μικρή λύση στο μεγάλο πρόβλημα της αμοιβαίας δυσπιστίας στη σχέση κράτους-πολιτών. Θα ήταν όμως μια καλή – και τεχνικά εύκολη – αρχή.

Δευτέρα 23 Απριλίου 2012

My electoral manifesto in 600 words



My electoral manifesto in 600 words
Manos Matsaganis
In normal times normal people are quite happy to leave politics to politicians. But our times are anything but normal: the general election of May the 6th 2012 may well prove crucial for the future of Greece. Which is why many normal people are taking an active role in politics, some for the first time.
Add to that a continuous interest in political ideas, a firm commitment to left-of-centre politics, a personal record interspersed with brief episodes of intense participation in political activities, and a professional obsession with the distributional impact of public policy, and you get the context of my decision to be a candidate for Democratic Left in central Athens.
My electoral programme in a nutshell:
·                Greece’s place is at the heart of Europe. There is no future for the country outside the EU. A default would inevitably be a messy affair: it would traumatise ordinary Greeks, and would poison Greece’s relationship with our European partners for many years to come.
·                Greece’s currency is the Euro. The current state of the Eurozone is far from ideal: closer coordination of national policies and a revival of public investment EU-wide would help end the recession and reduce joblessness throughout Europe. Such a shift in European policy would be beneficial to Greece, but to a large extent lies beyond our control. In the meantime, our main concern should be to put our own house in order.
·                The crisis is not limited to Greece, but the deeper causes of the Greek crisis are domestic. Chronic large deficits are the result of clientelism and corruption in politics; inefficient public administration; public sector institutions in urgent need of reform; and a business culture geared to public procurement contracts secured by cultivating connections with politicians and bureaucrats. Unless we break with all this, there can be no sustainable growth for the Greek economy. This is why reducing public deficits and reforming state institutions should be our top priorities.
·                If austerity is inescapable, at least for some time, we should see that it is fair. We can do this by distributing the burden of fiscal adjustment equitably; by reducing waste and inefficiency throughout the public sector; by guaranteeing essential public services; and by protecting effectively the weakest of all victims of the recession.
·                Greece’s welfare state is proving unfit for the crisis. As unemployment figures climb to a record high, there is little to stop those suffering job loss and/or income loss from falling through the cracks into extreme poverty. This is why strengthening the social safety net should be a key priority. Since social expenditure is quite high on aggregate, this need not be inconsistent with fiscal consolidation: it can be achieved by rationing resources according to need, rather than according to the political power of recipients.
·                Emigration has once again become an attractive option to many. It is usually young, open-minded, highly-qualified Greeks who decide to start a new life abroad, or stay there when their studies are completed. Good for them, terribly bad for the country. Our new emigrants do not simply escape unemployment: they also reject a labour market where merit often counts for little, and where initiative and originality are often met with hostility. This is why there will be no end to the brain drain, unless we put our house in order.
We Greeks take pride in being ingenious, inventive and resourceful – just like Ulysses. If this is true, I really don’t know. But if it is, now is the time to prove it: not only to those watching us in the rest of the world, but mainly to ourselves.

Il mio programma elettorale in 600 parole




Il mio programma elettorale in 600 parole
Manos Matsaganis
In tempi normali la gente normale è più che contenta di lasciare la politica nelle mani dei politici. Ma i nostri tempi sono tutto fuorché normali: le elezioni politiche del 6 maggio 2012 potrebbero rivelarsi cruciali per il futuro della Grecia. Questo è il motivo per cui molte persone normali hanno deciso di svolgere un ruolo attivo in politica, alcune di esse per la prima volta.
Nel mio caso a una simile decisione hanno anche contribuito un continuo interesse per le idee delle varie anime del centro-sinistra, un passato caratterizzato da episodi brevi di partecipazione intensa ad attività politiche, e una fissazione con l’impatto distributivo delle politiche pubbliche come tema di ricerca scientifica. Questo è il contesto che mi ha spinto a presentarmi come candidato per Sinistra Democratica nella circoscrizione di Atene centro.
Il mio programma elettorale in breve:
·                Il posto della Grecia è nel cuore dell’Europa. Non c’è futuro per il paese al di fuori dell’Ue. Un default significherebbe inevitabilmente una rottura gravissima: sarebbe vissuto come un evento traumatico, e comprometterebbe i rapporti della Grecia con gli altri paesi europei per molti anni.
·                La moneta greca è l’Euro. La situazione attuale dell’Eurozona non è certo ideale: servirebbe un maggiore coordinamento delle politiche economiche dei vari paesi ed una ripresa degli investimenti pubblici a livello europeo per porre fine alla recessione in tutta Europa. Un tale cambiamento delle politiche europee ovviamente gioverebbe anche alla Grecia. Questo però non dipende tanto da noi. Il compito nostro è di rimettere in ordine casa nostra.
·                La crisi non è limitata alla Grecia, ma le radici profonde della nostra crisi sono domestiche. Gli enormi deficit cronici sono il risultato di una politica clientelare, di una amministrazione pubblica inefficiente, di istituzioni pubbliche inadeguate, e di una cultura imprenditoriale orientata verso appalti publici vinti grazie alla connivenza di politici e burocrati. Senza una rottura netta con tutti questi meccanismi non ci sarà mai crescita sostenibile per l’economia greca. Perciò ripristinare la legalità, risanare i conti pubblici e riformare le istituzioni statali sono priorità massime.
·                Se l’austerità è inevitabile, facciamo in modo che sia equa. Ce la possiamo fare, distribuendo meglio gli oneri, riducendo gli sprechi della spesa pubblica, garantendo agli utenti i servizi essenziali, e proteggendo efficacemente le vittime più deboli della recessione.
·                Il welfare greco si sta dimostrando inadatto per la crisi. Mentre il tasso di disoccupazione sta raggiungendo record massimi, lo stato sociale sta facendo troppo poco per evitare che chi ha perso il lavoro cada nella povertà estrema. Perciò rafforzare gli ammortizzatori sociali deve essere nostra priorità fondamentale. Dato che la spesa sociale è già complessivamente alta, e che i limiti fiscali vanno comunque rispettati, questo obbiettivo si può raggiungere solo destinando le risorse a chi ha più bisogno, non a chi ha più potere politico.
·                L’emigrazione è diventata nuovamente un’alternativa attraente per molti greci. Di solito sono i giovani meglio qualificati e con mentalità aperta che partono per un nuovo inizio all’estero, o scelgono di rimanere lá appena terminati gli studi. Buon per loro, terribilmente male per il paese. I nostri nuovi emigranti non stanno solo fuggendo dalla disoccupazione: loro rifiutano un mercato del lavoro dove il merito conta poco e dove l’iniziativa e l’originalità sono spesso trattate con ostilità. Per questo la fuga dei cervelli non finirà finché non ci decidiamo a riordinare casa nostra.
Noi Greci ci vantiamo tanto di essere ingegnosi e pieni di inventività: proprio come Ulisse. Non so se questo sia veramente il caso. So solo che ora è il momento per dimostrarlo: a chi ci guarda dal resto del mondo, ma soprattutto a noi stessi.


Per una selezione dei miei articoli in italiano si veda http://manosmatsaganis.blogspot.com/search/label/politica%20greca

Mi programa electoral en 600 palabras



Mi programa electoral en 600 palabras
Manos Matsaganis
En épocas normales la gente ‘normal’ se contenta con dejar la política a los políticos. Pero nuestros tiempos no son normales: la elección nacional del 6 de Mayo de 2012 puede resultar crucial para el futuro de Grecia. Es por eso que muchos ciudadanos de a pie están asumiendo un papel activo en la política, algunos por primera vez.
Si a ello se agrega un continuo interés por las ideas políticas, un firme compromiso con la política de centro-izquierda, una trayectoria personal intercalada con cortos episodios de intensa participación en actividades políticas y una preocupación profesional por el impacto distributivo de las políticas públicas, se entiende el contexto de mi decisión de presentarme como candidato de la Izquierda Democrática para el centro de Atenas.
Mi programa electoral en breve:
·                Grecia está ubicada en el centro del continente europeo. No hay futuro para el país fuera de la Unión Europea. Una suspensión de pagos tendría inevitablemente consecuencias muy negativas: traumatizaría a los ciudadanos corrientes y envenenaría por muchos años las relaciones de Grecia con nuestros socios europeos.
·                La moneda de Grecia es el euro. La situación actual de la Eurozona esta muy lejos de ser ideal: una coordinación mas sustancial de las políticas nacionales y una reactivación de la inversión pública a nivel europeo podrían ayudar a terminar con esta recesión y reducir el desempleo en toda Europa. Tal cambio en la política europea beneficiaría a Grecia, pero es una decisión que en gran medida no está en nuestras manos. Mientras tanto, nuestro objetivo debe ser poner nuestra casa en orden.
·                La crisis no se limita a Grecia, pero las causas profundas de la crisis griega son domésticas. Los grandes déficits crónicos son el resultado de políticas clientelistas, una administración pública ineficiente, instituciones del sector público que demandan una urgente reforma y una cultura de negocios orientada a la adquisición de contratos públicos que se aseguran por medio del cultivo de conexiones personales con políticos y burócratas. Al menos que terminemos con todo esto no hay posibilidades de crecimiento sostenible o para la economía griega. Es por ello que la reducción de gastos públicos y la reforma de las instituciones del estado deben ser nuestras prioridades principales.
·                Si la austeridad es inevitable, al menos por un tiempo, debemos asegurarnos de que sea justa. Podemos hacerlo si distribuimos el peso del ajuste fiscal equitativamente; reduciendo el despilfarro y la ineficiencia en el conjunto del sector público; garantizando servicios públicos esenciales y, finalmente, protegiendo efectivamente a los sectores mas débiles entre todas las victimas de la recesión.
·                Se está comprobando que el estado de bienestar griego no es apto para enfrentar la crisis. Dado que las figuras de desempleo han llegado a niveles sin precedente, hay pocas posibilidades de detener la caída en la pobreza extrema de aquellos que sufren la pérdida de trabajo o de sus ingresos. Es por ello que fortalecer la red de protección social debe ser una prioridad central. Considerando que el nivel agregado de gasto público en políticas sociales es bastante alto, la propuesta no es inconsistente con la consolidación fiscal: se puede obtener con el racionamiento de recursos usando criterios de necesidad en lugar de aquellos que se basan en el poder político de quienes los reciben.
·                La emigración se ha convertido nuevamente en una opción atractiva para muchos. Son generalmente los jóvenes griegos altamente calificados los que eligen empezar una nueva vida en el extranjero o quedarse allí una vez que han terminado sus estudios. Bueno para ellos, muy malo para el país. Nuestros nuevos emigrados no solamente escapan del desempleo, sino que  también rechazan un mercado laboral en el cual el mérito cuenta poco y en donde la iniciativa y la originalidad son a veces recibidas con hostilidad. Es por ello que no se podrá dar fin a la fuga de cerebros hasta que pongamos nuestra casa en orden.
Nosotros los griegos nos orgullecemos de ser ingeniosos, creativos y gente de recursos, como Ulises. No estoy seguro si ese será el caso, pero de todas maneras ha llegado el momento  de demostrarlo a todos los que nos observan alrededor del mundo y sobre todo a nosotros mismos.

Mon programme électoral en deux mots



Mon programme électoral en 600 mots
Manos Matsaganis

En temps normaux, les personnes normales sont tout à fait heureuses de laisser la politique aux politiciens. Mais l'époque dans laquelle nous vivons n’ est pas du tout normale: les élections législatives du 6 mai 2012 vont s'avérer cruciales pour l’ avenir de la Grèce. C’est pourquoi beaucoup de gens ordinaires se mobilisent, certains pour la première fois, dans la vie politique.        
Si on ajoute à cela un intérêt continu dans les idées politiques, un engagement ferme à la politique de gauche-centre, une histoire personnelle pleine de brèves périodes de participation intense à des activités politiques et une obsession professionnelle avec l'impact distributif des politiques publiques, vous obtiendrez le contexte de ma décision d'être candidat pour la “Gauche Démocratique” aux quartiers centraux d’Athènes. 
Mon programme électoral en deux mots:
•          La place de la Grèce est au cœur de l'Europe. Il n'y a pas d'avenir pour le pays hors de l'UE. Une défaillance serait inévitablement une affaire compliquée: elle traumatiserait tous les Grecs ordinaires et elle empoisonnerait les relations de la Grèce avec ses partenaires européens pour longtemps.    
•          La monnaie de la Grèce est l'Euro. L'état actuel de la zone euro est plus que préoccupant: une coordination plus étroite des politiques nationales et une relance de l'investissement public à l'échelle européenne aideraient à mettre fin à la récession et réduire le chômage dans toute l'Europe. Un tel changement dans la politique européenne serait bénéfique pour la Grèce, mais ça se trouve surtout hors de notre contrôle. En attendant ces développements dans le cadre européen, notre principale préoccupation consiste à mettre notre propre maison en ordre.
•          La crise ne se limite pas en Grèce, mais en même temps les causes profondes de la crise grecque sont domestiques. Les larges déficits chroniques sont le résultat des politiques clientélistes, des inefficacités de l'administration publique, des institutions du secteur public qui ont un besoin urgent de réforme, et d’une culture d'entreprise axée sur les contrats du secteur public garantis grâce aux liens entre les entrepreneurs et les politiciens et bureaucrates. À moins que nous mettions un point final à cette situation, l'économie grecque ne pourra pas reprendre le chemin de la croissance durable. C'est pourquoi la réduction des déficits publics et la réforme des institutions publiques devraient être nos tâches prioritaires.    
•          Si l'austérité est incontournable, au moins pendant un certain temps, on devra garantir qu'elle soit juste. On peut faire ça en répartissant le fardeau de l'ajustement budgétaire de manière équitable; en réduisant le gaspillage et l'inefficacité dans le secteur public; en conservant les services publics essentiels, et en protégeant efficacement les victimes les plus faibles de la récession.     
•          L’Etat-providence de la Grèce se révèle inefficace face à la crise. Alors que le chômage atteint des taux records, il y a peu qui puisse empêcher ceux qui perdent leur emploi et/ou leur revenu de tomber dans l'extrême pauvreté. C'est pourquoi le renforcement du filet de sécurité sociale devrait être une priorité essentielle. Comme les dépenses sociales totales sont assez élevées, cet objectif n'est pas forcément incompatible avec la consolidation budgétaire: il peut être atteint par le rationnement des ressources selon les besoins, plutôt que selon le pouvoir politique des bénéficiaires.    
•          L'émigration est redevenue une option attrayante pour un grand nombre de gens. Généralement, ce sont les jeunes Grecs hautement qualifiés avec l’esprit ouvert qui décident de commencer une nouvelle vie à l'étranger, ou de rester là-bas après la fin de leurs études. Tant mieux pour eux, tant pis pour le pays. Nos nouveaux émigrants n’échappent pas seulement au chômage: ils rejettent aussi un marché du travail où souvent le mérite ne compte pas et où l'initiative et l'originalité sont fréquemment accueillis avec hostilité. Donc, cette fuite des cerveaux n’ aura pas de fin, à moins que nous mettions de l'ordre chez nous.  
 Nous, les Grecs, on est fiers d'être ingénieux, inventifs et débrouillards - tout comme Ulysse. Si c'est vraiment le cas, je ne sais pas. Mais le moment est venu pour en faire preuve: à ceux dans le reste du monde qui ont le regard tourné vers nous et surtout à nous-mêmes.

Κυριακή 22 Απριλίου 2012

Το πανεπιστήμιο της ανομίας


Δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» (Σάββατο 21 Απριλίου 2012).


Το ελληνικό πανεπιστήμιο είναι βαριά άρρωστο: λειτουργεί σε ένα θεσμικό κενό, και σε μια ατμόσφαιρα διάχυτης ανομίας.


Το θεσμικό κενό προκύπτει από την απροθυμία των πολιτικών δυνάμεων να υποστηρίξουν τις μεταρρυθμίσεις που (υποτίθεται ότι) προτείνουν, καθώς και από την αδυναμία του κράτους να εφαρμόσει τους νόμους που ψηφίζει η Βουλή.


Ο νόμος Γιαννάκου προσέκρουσε στη λυσσαλέα αντίδραση των φοιτητικών παρατάξεων της αριστεράς, καθώς και όσων πανεπιστημιακών πρόσκεινται σε αυτές. Οι τελευταίοι όμως ηττήθηκαν όταν η πλειοψηφία των διδασκόντων, που τάσσονται υπέρ της μεταρρύθμισης, αποφάσισαν να ενεργοποιηθούν στους συλλόγους τους. Ο βασικός λόγος για τον οποίο ο νόμος Γιαννάκου δεν εφαρμόστηκε ήταν άλλος: η υπονόμευσή του εκ των ένδον, αφενός από τη φοιτητική παράταξη της ΝΔ και αφετέρου από την ίδια την κυβέρνηση Καραμανλή. Η πρώτη είδε τη μείωση της επιρροής των φοιτητών στους θεσμούς διοίκησης των πανεπιστημίων ως απειλή για το σύστημα πελατειακών σχέσεων στο οποίο (και αυτή) πρωταγωνιστεί. Η δεύτερη αποφάσισε ότι η υπόθεση του βιβλίου ιστορίας, καθώς και η άρνηση της κυρίας Γιαννάκου να υποκύψει στις πιέσεις του εθνικιστικού μπλοκ, είχαν κάνει την παραμονή της στο υπουργείο ασύμφορη.


Ο νόμος Διαμαντοπούλου ήταν θεωρητικά ισχυρότερος, αφού ψηφίστηκε από μια ευρύτερη πλειοψηφία βουλευτών. Όμως δεν κατάφερε να πείσει παρά μόνο ένα υποσύνολο των εν δυνάμει υποστηρικτών του μεταξύ των πανεπιστημιακών. Και πάλι, αυτό δεν αρκεί για να δικαιολογήσει (ούτε καν να εξηγήσει) τη μη εφαρμογή του: σε μια ευνομούμενη πολιτεία, υπάρχει περιθώριο για μια συντεταγμένη αναθεώρηση όσων πτυχών μιας μεταρρύθμισης κρίνονται ανεφάρμοστες ή ατελέσφορες. Όχι, το βασικό πρόβλημα είναι ότι οι πολιτικές δυνάμεις, που στα λόγια υποστήριξαν τη μεταρρύθμιση, έχασαν γρήγορα το ενδιαφέρον τους για αυτή. Και φαίνεται ότι αυτό ισχύει και για την ίδια την κυρία Διαμαντοπούλου.


Η βίαιη διάλυση των εκλογών για συμβούλια διοίκησης από τις γνωστές ομάδες της άκρας αριστεράς συνέβαλε φυσικά στην γενική παράλυση. Όμως, ο ρόλος των επεισοδίων θα ήταν λιγότερο καθοριστικός, εάν οι πολιτικές δυνάμεις που υποτίθεται ότι αντιτάσσονται στη βία δεν την εκμεταλλεύονταν για την προώθηση της δικής τους αντιμεταρρυθμιστικής ατζέντας.


Με αυτά και με αυτά, το πανεπιστήμιο κινδυνεύει να αναδειχθεί σε έναν από τους πιο εμβληματικούς θεσμούς της Ελλάδας της κρίσης. Ένας θεσμός όπου οι νόμοι όχι μόνο παραβιάζονται χωρίς συνέπειες από οποιονδήποτε νομίζει ότι θίγεται από αυτούς, αλλά επίσης περιφρονούνται τόσο από τη νομοθετική όσο και από την εκτελεστική εξουσία. Πώς αλλιώς εξηγείται η άρνηση των δύο μεγάλων κομμάτων να επιβάλλουν τη μεταρρύθμιση που ψήφισαν στη Βουλή; Πώς αλλιώς ερμηνεύεται η άνεση με την οποία ο νέος υπουργός παιδείας (και, ιδίως, θρησκευμάτων) επιλέγει ποιες διατάξεις εφαρμόζει και ποιες όχι;


Κάπως έτσι πορευόμαστε προς τις εκλογές. Με πολιτικούς που υπόσχονται να βγάλουν τη χώρα από την οξύτερη κρίση της πρόσφατης ιστορίας της, ενώ στην πραγματικότητα παραμένουν προσκολλημένοι στις πιο καθυστερημένες αντιλήψεις του 19ου αιώνα.

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Οι εκλογές της επόμενης μέρας

Δημοσιεύτηκε στην «Athens Voice» (Πέμπτη 19 Απριλίου 2012).

Πόσοι αναγνώστες της Athens Voice παρακολουθούν την προεκλογική εκστρατεία με κομμένη την ανάσα; Φαντάζομαι ελάχιστοι. Ακόμη και εγώ (που σε αυτές τις εκλογές υποδύομαι τον υποψήφιο βουλευτή) ομολογώ ότι δυσκολεύομαι να δείξω πολύ ενδιαφέρον για τις μανούβρες του Α ή του Β κόμματος, ή για τις δηλώσεις του Χ ή του Υ πολιτικού.
Δεν αμφιβάλλω ότι οι εκλογές της 6ης Μαΐου θα είναι κρίσιμες και το αποτέλεσμά τους καθοριστικό. Αυτό όμως που κυρίως με απασχολεί είναι τι θα γίνει στις 7 Μαΐου. Θα μπορέσει να μπει η χώρα μας σε μια νέα φάση, επούλωσης των πληγών της κρίσης, εξυγίανσης της πολιτικής και ανόρθωσης της οικονομίας; Ή θα ανοίξει μια παρατεταμένη περίοδος ακόμη μεγαλύτερης πολιτικής αστάθειας, οικονομικής αβεβαιότητας και κοινωνικής αναταραχής;
Οι δημοσκοπήσεις είναι αντιφατικές μεταξύ τους (και, ίσως, αμφιλεγόμενης αξιοπιστίας). Συμπίπτουν όμως όλες στο ότι κανένα κόμμα δεν πρόκειται να εξασφαλίσει – ούτε καν να πλησιάσει – την πολυπόθητη αυτοδυναμία. Παρότι το εκλογικό σύστημα είναι φτιαγμένο για να μετατρέπει αδύναμες εκλογικές μειοψηφίες σε ισχυρές κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες.
Συνεπώς, την επομένη των εκλογών όλες οι πολιτικές δυνάμεις θα βρεθούν αντιμέτωπες με ένα δίλημμα. Ή θα στηρίξουν μια κυβέρνηση συνεργασίας, ή θα οδηγήσουν τη χώρα σε νέες εκλογές.
Η πρώτη επιλογή φαίνεται ότι υποστηρίζεται από τα δύο τρίτα της κοινής γνώμης, αν και δεν έχει πολλούς (φανερούς) θιασώτες μεταξύ των πολιτικών. Η δεύτερη επιλογή είναι εκείνη που προτιμά η ΝΔ, ίσως και άλλοι.
Δεν χρειάζεται να εξηγήσω – ή μήπως χρειάζεται; - γιατί η δεύτερη επιλογή θα ήταν καταστροφική. Παρά τη δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιο ΙΙ, δεν έχουμε ακόμη αποφύγει τη χρεοκοπία. Η διεθνής βοήθεια μας προσφέρει χρήμα και χρόνο (έναντι φυσικά οδυνηρών ανταλλαγμάτων) για να νοικοκυρέψουμε το κράτος και την οικονομία. Εάν σπαταλήσουμε το χρόνο (και το χρήμα) προκειμένου να γίνει ο κ. Σαμαράς πρωθυπουργός, τότε εκείνος μεν θα βρεθεί να κυβερνά μια διαλυμένη χώρα, εμείς δε οι υπόλοιποι να ζούμε σε αυτή.
Συνεπώς, εάν δεχθούμε ότι η ακυβερνησία θα ήταν καταστροφική (και κανείς δεν έχει καν προσπαθήσει να μας πείσει για το αντίθετο), κάποια κυβέρνηση συνεργασίας είναι απαραίτητη. Το θέμα είναι ποια κυβέρνηση, με ποιον επικεφαλής, και κυρίως με ποιο πρόγραμμα.
Η απάντηση στα δύο πρώτα ερωτήματα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αποτέλεσμα των εκλογών. Το πρόγραμμα όμως της επόμενης κυβέρνησης μπορεί να συζητείται από σήμερα. Ή μάλλον, θα έπρεπε να είναι το βασικό θέμα συζήτησης αυτής της προεκλογικής περιόδου.
Δεν είναι, επειδή οι πολιτικοί μας σκέφτονται ακόμη με τα μυαλά της προηγούμενης φάσης: «εκλογές = κενές υποσχέσεις + θεαματικές κινήσεις + απαξίωση του αντιπάλου». Όσο για τα πραγματικά προβλήματα των πραγματικών ανθρώπων: «ε, ας εκλεγούμε πρώτα ... μετά όλο και κάτι θα σκεφτούμε».
Τι σκέφτομαι εγώ; Η Δημοκρατική Αριστερά (το κόμμα στο οποίο ανήκω) είναι η αριστερά της ευθύνης. Δεν μένει αδιάφορη μπροστά στον κίνδυνο της ακυβερνησίας. Ούτε όμως μπορεί να παίζει το ρόλο του αφελούς συνυπεύθυνου για πολιτικές επιλογές άλλων. Ούτε επείγεται για κυβερνητικά πόστα: δεν είναι σαν κάποια κόμματα που λειτουργούν ως γραφεία ευρέσεως εργασίας για τα στελέχη τους.
Τι απομένει; Ένας μόνος δρόμος, νομίζω. Η Δημοκρατική Αριστερά έχει καταθέσει μια σειρά από «ισοδύναμα»: μέτρα που μειώνουν το έλλειμμα όσο και τα μέτρα της τρόικας, αλλά με κοινωνικά δικαιότερο τρόπο. Επίσης, έχει επεξεργαστεί συγκεκριμένες προτάσεις για την προστασία των πιο αδύναμων από τα θύματα της κρίσης, μέσω της ενδυνάμωσης του κοινωνικού διχτυού ασφαλείας. Οι βουλευτές της Δημοκρατικής Αριστεράς θα πρέπει λοιπόν να ζητήσουν από την επόμενη κυβέρνηση να συμπεριλάβει στις προγραμματικές της δηλώσεις (πειστικές) δεσμεύσεις εφαρμογής των πιο σημαντικών από τα μέτρα αυτά. Και, εάν αυτό γίνει αποδεκτό από τον εντολοδόχο πρωθυπουργό, να είναι έτοιμοι να προσφέρουν ψήφο ανοχής στη νέα κυβέρνηση.

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

10 πράγματα που θα άλλαζα στη χώρα


Το κείμενο αυτό γράφτηκε πριν από έναν χρόνο - δηλαδή όταν ακόμη δεν μου είχε καν περάσει από το μυαλό ότι μπορεί να είμαι υποψήφιος στις εκλογές. Δημοσιεύτηκε στο «Protagon» (Πέμπτη 21 Απριλίου 2011). Κάποιοι το βρήκαν αφελές (π.χ. ο 17χρονος τότε γιος μου). Πάντως, είναι από τα κείμενα που με εκφράζουν περισσότερο. Οπότε διαβάστε το ως ένα είδος πολιτικού μου credo ...


1. Αναγέννηση του δημόσιου χώρου
Πώς είναι η Ελλάδα που ονειρεύομαι; Με δάση χωρίς καμμένα και χωρίς αυθαίρετα. Εξοχές χωρίς σκουπίδια. Παιδικές χαρές χωρίς βανδαλισμένα παγκάκια και grafitti. Πλατείες χωρίς τραπεζοκαθίσματα. Εστιατόρια και μπαρ με λιγότερο τσιγάρο (είναι θέμα σεβασμού). Γειτονιές με λιγότερο θόρυβο (είναι θέμα σεβασμού). Πεζοδρόμια - και πεζόδρομους - χωρίς παρκαρισμένα και χωρίς μοτοσυκλέτες (είναι θέμα σεβασμού). Πόλεις με λιγότερα αυτοκίνητα, κέντρο της πόλης χωρίς αυτοκίνητα. Κοντινές μετακινήσεις με το μετρό, με το ποδήλατο - και με τα πόδια. Πιο μακρινά ταξίδια με το τραίνο. Επειδή: «Αν χάσουμε το σιδηρόδρομο δεν θα χάσουμε μόνο ένα πολύτιμο περουσιακό στοιχείο, που θα μας κοστίσει πολύ ακριβότερα να αντικαταστήσουμε ή να αποκαταστήσουμε. Θα είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι έχουμε ξεχάσει πώς να ζούμε συλλογικά.» (Tony Judt)


2. Εξυγίανση του κράτους
Οι «δημόσιοι λειτουργοί» που αξίζουν να ονομάζονται έτσι είναι αστυνόμοι που ενδιαφέρονται για τη δίωξη του εγκλήματος και την προστασία των φιλήσυχων πολιτών (δηλ. δεν πουλάνε εκ του ασφαλούς νταηλίκι σε πιτσιρικάδες, δεν συναλλάσσονται με τα κυκλώματα της νύχτας, δεν βαριούνται γενικώς να ασχοληθούν). Υπάλληλοι υπηρεσιών που εξυπηρετούν με ευσυνειδησία. Γιατροί, νοσηλευτές, δάσκαλοι και καθηγητές που κάνουν τη δουλειά τους με εντιμότητα, και όσο καλύτερα μπορούν. Γνωρίζοντας προκαταβολικά ότι η ανταμοιβή τους δεν θα είναι παρά ένας καλός μισθός, η εκτίμηση των συναδέλφων τους, και η ευγνωμοσύνη όσων πέρασαν από τα χέρια τους. (Κάποιοι από αυτούς υπάρχουν ήδη: τους έχουμε γνωρίσει. Πρέπει επειγόντως να πληθύνουν.) Επίσης: προϊστάμενοι και διευθυντές που με τη στάση τους δίνουν ένα παράδειγμα επαγγελματισμού και ακεραιότητας. Και φυσικά: πολιτικοί που συνδέουν τη φιλοδοξία τους (θεμιτό: αν δεν ήταν φιλόδοξοι θα έκαναν άλλη δουλειά) με το δημόσιο συμφέρον (όπως το αντιλαμβάνονται οι ίδιοι).


3. Ανασύσταση των δημόσιων αγαθών
Η Ελλάδα (παρά τον βλακώδη αντιαμερικανισμό) είναι η πιο Αμερικανική χώρα της Ευρώπης. Πουθενά αλλού δεν θεωρείται τόσο φυσιολογικό τόσοι πολλοί να τρέχουν σε ιδιώτες γιατρούς, να γεννούν σε ιδιωτικά μαιευτήρια, να στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικό σχολείο, να αθλούνται σε ιδιωτικά γυμναστήρια κτλ. κτλ. Θα πρέπει τα δημόσια αγαθά – το είδος, η ποιότητα και η διαθεσιμότητά τους - να ξαναβρεθούν στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης. Όχι ως πρόσχημα για τα σκανδαλώδη προνόμια των λίγων που ζουν από αυτά. Αλλά ως περιεχόμενο της καθημερινότητας όλων μας, ως πολιτών ενός κράτους που θέλει να λέγεται προηγμένο. Ακόμη και όσοι ανήκουν στις εύπορες μεσαίες τάξεις καλά θα έκαναν να ενδιαφερθούν ξανά για τα δημόσια αγαθά: μπορεί κάποτε να τα χρειαστούν.


4. Αποκατάσταση της φορολογίας
Μέχρι τώρα δεν έχει επινοηθεί κάποιο ικανοποιητικό υποκατάστατο ενός κράτους που λειτουργεί σωστά. Όσο και αν έχουν βαλθεί να μας πείσουν για το αντίθετο οι οπαδοί του ελαχίστου κράτους – με τη βοήθεια των συντεχνιών του Δημοσίου. Δεν εννοώ ότι η φορολογία είναι αναγκαίο κακό. Εννοώ ότι είναι αναγκαίο καλό: βρίσκεται στον πυρήνα της δημοκρατίας. Οι πολίτες – εφόσον φυσικά πληρώνουν κανονικά τους φόρους τους - έχουν δικαίωμα (ή μάλλον υποχρέωση) να απαιτούν δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών, διαφάνεια στις δημόσιες δαπάνες, καταπολέμηση της σπατάλης στα δημόσια έργα. Εξ άλλου: «Οι φόροι, σε τελευταία ανάλυση, είναι τα τέλη που πληρώνουμε για να είμαστε μέλη μιας οργανωμένης κοινωνίας.» (Franklin D. Roosevelt)


5. Απαξίωση της φοροδιαφυγής 
Χρειαζόμαστε ένα θεσμικό περιβάλλον (δηλ. αξίες και συμπεριφορές, όχι μόνο νόμους) που να απαξιώνει την φοροδιαφυγή. Όχι απλώς να την απαγορεύει και να την τιμωρεί. Θα πρέπει όσοι επιδίδονται σε αυτήν να ντρέπονται να κυττάξουν τον εαυτό τους στον καθρέφτη, να φοβούνται μήπως το μάθουν τα παιδιά τους και οι φίλοι τους, να τρέμουν την αποδοκιμασία των συναδέλφων τους. Θα πρέπει επίσης να γνωρίζουν ότι εάν συλληφθούν δεν θα μπορούν να υπολογίζουν στη συνενοχή των υπαλλήλων της Εφορίας, ούτε στη μεσολάβηση κάποιου πολιτικού, ούτε στην επιείκεια των δικαστηρίων.


6. Υγιής επιχειρηματικότητα
Η αθλιότητα του δημόσιου τομέα συχνά βρίσκει το ταίρι της σε εκείνη του ιδιωτικού. Υπάρχουν εξαιρέσεις – το γνωρίζω, αλλά δεν αξίζει να αντιδικούμε για το εάν αυτές είναι περισσότερες και λαμπρότερες εδώ ή εκεί. Η θλιβερή πραγματικότητα είναι ότι πάρα πολλές επιχειρήσεις καταφέρνουν να είναι βιώσιμες μόνο στο βαθμό που παραβιάζουν κατά συρροήν τη νομοθεσία: φορολογική, περιβαλλοντική, ασφαλιστική, εργατική - και ποιος ξέρει ποια άλλη. Κακά τα ψέμματα: μέχρι πρόσφατα, ο ταχύτερος τρόπος για να βγάλει ένας επιχειρηματίας χρήματα στην Ελλάδα ήταν να αξιοποιήσει κάποια καλή γνωριμία ώστε να εξασφαλίσει κάποια επιδότηση ή κάποιο καλό συμβόλαιο με το Δημόσιο. Η «επιχειρηματικότητα της αρπαχτής» ως νόρμα. Τώρα που το Δημόσιο δεν διαθέτει πια χρήματα για μοίρασμα, θα χρειαστούμε μιαν άλλου τύπου επιχειρηματικότητα. Και για να την αποκτήσουμε δεν αρκεί η απλοποίηση της νομοθεσίας, ούτε η σταθεροποίηση του φορολογικού περιβάλλοντος, ούτε η εξυγίανση της φορολογικής διοίκησης. Θα πρέπει επίσης να επικρατήσει μια υγιέστερη κουλτούρα μεταξύ των επιχειρηματιών, καθώς και ανάμεσα σε όσους τους δίνουν τον τόνο για το τι είναι νόμιμο, τι ηθικό – και τι σε τελευταία ανάλυση μεσοπρόθεσμα αποδοτικό. Οι δικαιολογίες τελείωσαν, για όλους.


7. Ενιαία αγορά εργασίας
Μια επιτυχής ρύθμιση της αγοράς εργασίας θα πρέπει να επιτρέπει στις επιχειρήσεις να αντιδρούν δυναμικά στις εξωτερικές συνθήκες (π.χ. στον όγκο των παραγγελιών για τα προϊόντα που παράγουν) όταν αυτές μεταβάλλονται. Θα πρέπει όμως επίσης να επιτρέπει στους εργαζόμενους να ζουν κανονικές και αξιοπρεπείς ζωές. Η ευελιξία και η ασφάλεια είναι τα κύρια συστατικά όλων των αγορών εργασίας. Το πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι στο ένα κομμάτι της αγοράς εργασίας (σε Δημόσιο και ΔΕΚΟ) είναι συγκεντρωμένη όλη η ασφάλεια χωρίς καθόλου ευελιξία – ενώ στο άλλο (στις μυριάδες επιχειρήσεις όπου εργάζεται η συντριπτική πλειονότητα των μισθωτών) είναι συγκεντρωμένη όλη η ευελιξία χωρίς καθόλου ασφάλεια. Για να γίνει η αγορά εργασίας ενιαία και χωρίς στεγανά, θα πρέπει να την ξαναρυθμίσουμε. Χρειαζόμαστε περισσότερη ευελιξία, εκεί όπου σήμερα δεν υπάρχει. Και κυρίως, χρειαζόμαστε περισσότερη ασφάλεια (νομική, κοινωνική, συνδικαλιστική), εκεί όπου αυτή απουσιάζει. Αυτό δεν γίνεται μόνο με νόμους: χρειάζεται να αλλάξει η ατζέντα της πολιτικής απασχόλησης του κράτους, των εργοδοτικών οργανώσεων, των συνδικάτων.


8. Συνδικάτα «νέου τύπου»
Τα τελευταία χρόνια τα συνδικάτα μας αντιστάθηκαν πεισματικά σε κάθε απαραίτητη μεταρρύθμιση. Υπερασπίστηκαν τα πιο σκανδαλώδη προνόμια. Αδιαφόρησαν για το δημόσιο συμφέρον. Με δυο λόγια, έκαναν ό,τι μπορούσαν για να χρεωκοπήσουμε. Ό,τι και αν συμβεί από εδώ και στο εξής, για αυτή τους την αφροσύνη είναι καταδικασμένα να πληρώσουν βαρύ τίμημα. Η ιδέα του συνδικαλισμού έχει πλέον απαξιωθεί: μεταξύ των απλών πολιτών, και ανάμεσα στους ίδιους τους εργαζόμενους. Οι οποίοι δεν αισθάνονται ότι τους αφορά η λυσσαλέα μάχη για να μην περικοπεί το επίδομα έγκαιρης προσέλευσης, ο 18ος μισθός στα ΕΛΠΕ, η σύνταξη στα 48 στη ΔΕΗ. Και όμως: για μια πολιτισμένη χώρα η υπεράσπιση των εργαζομένων από την εργοδοτική αυθαιρεσία εξακολουθεί να είναι ζωτικό θέμα - υπερβολικά ζωτικό για να το αφήσουμε σε αυτά τα συνδικάτα. Πώς βγαίνουμε από ένα τέτοιο αδιέξοδο; Δύσκολα. Εκτός εάν τα ίδια τα συνδικάτα αποφασίσουν να αλλάξουν. Εκτός εάν ενδιαφερθούν για τα προβλήματα όσων δουλεύουν με μπλοκάκι, όσων πληρώνονται κάτω από τον κατώτατο μισθό, όσων υπογράφουν για 4 ώρες αλλά δουλεύουν 8. Με άλλα λόγια: εκτός εάν τα συνδικάτα μας αποφασίσουν να ενδιαφερθούν για όλους εκείνους που τα έχουν περισσότερη ανάγκη. Εάν το κάνουν, θα ωφελήσουν πρώτα από όλα τον ίδιο τους τον εαυτό. Και ταυτόχρονα θα προσφέρουν πολύτιμες υπηρεσίες σε όσους από εμάς θέλουν να ζουν σε μια λιγότερο άδικη και λιγότερο άνιση κοινωνία.


9. Ανοιχτή κοινωνία
Είναι λίγο παράξενο να είναι κανείς νέος στην Ελλάδα του σήμερα. Οι σπουδές ενδιαφέρουν κυρίως ως «χαρτί». Τα καλύτερα παιδιά πάνε για μεταπτυχιακά «έξω», και μένουν εκεί. Δουλειές καλές δεν πολυ-υπάρχουν. Οι ουρές στους διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ ατελείωτες. Μέχρι να έλθει η πολυπόθητη «επαγγελματική αποκατάσταση», καφέ και μπαρ γεμάτα: ας είναι καλά ο μπαμπάς και το χαρτζηλίκι του. Το ξέραμε ότι οι νέοι μας μένουν στο πατρικό τους περισσότερο από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Δεν φαίνεται όμως να έχουμε συνειδητοποιήσει ότι τα τελευταία 20-30 χρόνια το φαινόμενο αυτό αντί να περιορίζεται συνεχώς διογκώνεται. Η Ελλάδα έχει γίνει μια μπλοκαρισμένη κοινωνία. Αυτό - εάν θέλουμε να έχουμε μέλλον ως χώρα - θα πρέπει να αλλάξει. Και φυσικά δεν θα αλλάξει με 60χρονους πολιτικούς που μιμούνται τους 16χρονους, ή τους αποθεώνουν όταν σπάζουν βιτρίνες. Χρειάζεται να σκεφτούμε από την αρχή την οργάνωση της κοινωνίας μας: την παιδεία, την κοινωνική προστασία, την αγορά εργασίας. Όχι για να χαϊδέψουμε τους νέους μας (αυτό το έχουν κάνει ήδη οι μαμάδες τους). Αλλά για να τους δώσουμε ευκαιρίες ώστε να αναλάβουν οι ίδιοι πρωτοβουλίες για τη δική τους ζωή.


10. Ανανεωμένη πολιτική
Ποτέ έως τώρα δεν ήταν τόσο βαθειά η κρίση της πολιτικής, και τόσο χαμηλό το κύρος των πολιτικών. Εν πολλοίς δικαίως. Εν μέρει όμως αδίκως: σε μια δημοκρατία έχουμε τους πολιτικούς που αξίζουμε – και εμάς μας άξιζαν αυτοί. Σήμερα καταφέρονται εναντίον των πολιτικών ακόμη και όσοι μέχρι χθες πίεζαν για διορισμούς, χαριστικές διατάξεις, νομιμοποίηση αυθαιρέτων, ρυθμίσεις χρεών. Ή όσοι ακόμη και σήμερα, καθημερινά, στις δικές τους δουλειές, κλέβουν την Εφορία, απαιτούν φακελλάκι, πληρώνουν για να αγοράσουν τα θέματα του International Baccalaureate: ευυπόληπτα μέλη της κοινωνίας μας μέχρι ενός. Ότι οι πολιτικοί μας αποδείχθηκαν κατώτεροι των περιστάσεων είναι προφανές. Όμως, έξω από αυτό το πολιτικό σύστημα σωτηρία δεν υπάρχει (τουλάχιστον για όσους από εμάς δεν ονειρεύονται εθνοσωτήρες). Κάποιοι πολιτικοί θα αποσυρθούν – και δεν θα τους νοσταλγήσουμε. Κάποιοι άλλοι θα τους διαδεχθούν. Ας ελπίσουμε ότι θα είναι πιο έντιμοι, με πιο φρέσκιες ιδέες, με μεγαλύτερη όρεξη για δουλειά. Ας φροντίσουμε όλοι για αυτό – στην ανάγκη, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι πολιτικές πρωτοβουλίες ή ακόμη και ευθύνες. Το έχω δοκιμάσει προσωπικά: ακόμη και όταν δεν έχει μεγάλο αποτέλεσμα (συνήθως δεν έχει), είναι πάντοτε ψυχοθεραπευτικό. Σας το συνιστώ.

Εκλογή αρχηγού οικογενείας


Πριν από 3-4 χρόνια, όταν η κόρη μου ήταν ακόμη 10 χρονών και ο γιος μου 14, συμφώνησα (βλακωδώς, όπως τελικώς απεδείχθη) να γίνει ψηφοφορία για το ποιος είναι ο αρχηγός της οικογένειας. Είχαν προηγηθεί συζητήσεις σε στυλ «Και γιατί να κάνουμε αυτό που μας λες;», «Μα επειδή είμαι ο αρχηγός της οικογένειας!», «Από πού κι ως πού;» κτλ. κτλ.

Μετά από σύντομες διαπραγματεύσεις, το δικαίωμα του εκλέγειν παραχωρήθηκε σε όλα τα μέλη της οικογένειας, ενώ το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στα ενήλικα μόνο.

Η ψηφοφορία δεν ήταν μυστική. Πρώτη ψήφισε η Chiara (τον εαυτό της), μετά εγώ (τον εαυτό μου – αυτό έλειπε!), μετά η κόρη μου (τη μαμά της) – και όλοι περιμέναμε να δούμε τι θα ψηφίσει ο γιος μου. Αφού μας κράτησε σε αγωνία για λίγα λεπτά, λέγοντάς μας ότι το σκέφτεται και τέτοια, τελικά ανακοίνωσε ότι ψηφίζει λευκό. Δέχθηκα την ήττα μου με αξιοπρέπεια και συνεχάρην το νικητή ευχόμενος καλή επιτυχία στο έργο της.

Σήμερα ο γιος μου ετοιμάζεται να πάει στο πανεπιστήμιο. Μιλάμε συχνά για διάφορα ζητήματα διεθνούς πολιτικής κτλ. Πριν λίγες μέρες, η συζήτηση ήρθε στο tactical voting. Του εξηγώ λοιπόν ότι σε χώρες με πλειοψηφικό σύστημα μονοεδρικών περιφερειών (π.χ. στην Αγγλία), οι ψηφοφόροι του Α κόμματος συχνά ψηφίζουν τον υποψήφιο του Β για να μην εκλεγεί εκείνος του Γ. Με κυττάζει σιωπηλός, υπομειδιώντας: «Και εγώ το έχω κάνει αυτό.» Εσύ; Πότε; «Στην ψηφοφορία για το ποιος θα είναι ο αρχηγός της οικογένειας.» Ε; «Ναι. Κανονικά θα ψήφιζα εσένα. Αλλά ήθελα να αποφευχθεί ο κίνδυνος ακυβερνησίας.»

H εκλογική μου διακήρυξη

Μια κινέζικη κατάρα λέει: «να ζήσεις σε συναρπαστικούς καιρούς». Σε τέτοιους καιρούς βρισκόμαστε τώρα: ζούμε τη χειρότερη κρίση της πρόσφατης ιστορίας μας.

Βγαίνουμε από μια εποχή πλαστής ευδαιμονίας με δανεικά. Πληρώνουμε τις συνέπειες της οικονομίας της «φούσκας», της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας, της διαπλοκής, της διαφθοράς, της αναξιοκρατίας, της επιδεικτικής κατανάλωσης, της παρακμής των δημόσιων αγαθών. Η προηγούμενη εποχή άφησε στο πέρασμά της συντρίμμια: οργή και αγανάκτηση, φόβο και βία, φτώχεια και ανεργία.

Δεν έχουν όμως χαθεί τα πάντα. Υπάρχει μέλλον για τη χώρα, για εμάς, για τα παιδιά μας. Ο δρόμος είναι δύσκολος – απαιτεί λιγότερη κατανάλωση, με περισσότερη και καλύτερη δουλειά – αλλά δεν είναι αδιάβατος. Αρκεί να συνδέσουμε το ατομικό συμφέρον του καθένα μας με το κοινό συμφέρον όλων μας. Μόνο έτσι θα γίνει η Ελλάδα ένας τόπος προκοπής και δημιουργίας, με περισσότερες ευκαιρίες και λιγότερες ανισότητες, όπου οι νέοι άνθρωποι θα θέλουν να ζουν και να μεγαλώνουν τα παιδιά τους. Θα πρέπει όμως και εμείς να κάνουμε ό,τι περνά από το χέρι μας. Οι εκλογές είναι μια ευκαιρία να ακουστεί η φωνή μας. Ας μην τη σπαταλήσουμε.

Σε αυτές τις εκλογές υπόσχονται να μας σώσουν εκείνοι που μας οδήγησαν στην καταστροφή. Οι κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ κατασπατάλησαν το δημόσιο χρήμα για να διευρύνουν την επιρροή τους. Επιδόθηκαν σε διορισμούς ημετέρων, ειδικές ρυθμίσεις, φορολογικές ασυλίες, αφανείς επιδοτήσεις, ετεροβαρείς συμβάσεις με προνομιακούς προμηθευτές, εξαιρέσεις για ευνοημένες κατηγορίες. Όλα αυτά που - σε συνδυασμό με τη διεθνή κρίση - μας έφεραν στο Μνημόνιο.

Στη συνέχεια το Μνημόνιο εφαρμόστηκε επιλεκτικά. Οι οριζόντιες μειώσεις μισθών και συντάξεων, οι αυξήσεις φόρων και οι περικοπές δημοσίων επενδύσεων υλοποιήθηκαν πιστά. Αλλά οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις παραμελήθηκαν ή υπονομεύθηκαν. Επειδή έτσι είχαν μάθει οι παλιοί πολιτικοί. Και επειδή έτσι βολεύει το πελατειακό σύστημα που δημιούργησαν.

Τώρα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ζητούν πάλι την ψήφο μας. Εκμεταλλεύονται την εύλογη προσήλωση των περισσοτέρων πολιτών στην ενωμένη Ευρώπη, και την αποστροφή για τη δημαγωγία του αριστερού και δεξιού λαϊκισμού, ώστε να εμφανιστούν ως εγγυητές μιας ύποπτης «σταθερότητας». Χωρίς να δείχνουν ειλικρινή διάθεση να αλλάξουν πολιτική συμπεριφορά και νοοτροπία. Χωρίς να προβάλουν κάποιο ρεαλιστικό σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας.

Τι προτείνω; Αποκατάσταση της νομιμότητας παντού - αρχίζοντας από την ασυδοσία των ισχυροτέρων. Ανασυγκρότηση του κράτους και των δημόσιων υπηρεσιών. Δίκαιη κατανομή των βαρών και προστασία των αδύνατων. Μηδενική ανοχή στην φοροδιαφυγή και στη φοροκλοπή. Προετοιμασία της ανάπτυξης με σταθερούς και δίκαιους κανόνες. Για μια οικονομία που ανταμείβει την υγιή επιχειρηματικότητα, επενδύει στους εργαζόμενους και σέβεται το περιβάλλον. Σε μια κοινωνία αλληλεγγύης και ευθύνης, όπου οι κανόνες της κοινής συμβίωσης γίνονται σεβαστοί από όλους.

Η Δημοκρατική Αριστερά θα εκπροσωπήσει στο κοινοβούλιο όσους εργάζονται με εντιμότητα και ακεραιότητα για να πάει ο τόπος μπροστά. Όποιο και αν είναι το πολιτικό "πιστεύω" τους. Είτε ψηφίζουν εμάς, είτε κάποιο άλλο κόμμα, είτε δεν ψηφίζουν καθόλου.

Σας προτείνω να με εμπιστευθείτε. Υπόσχομαι τουλάχιστον να μην σας απογοητεύσω.

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

Εκπαίδευση και έρευνα: από την κρίση στην ανάπτυξη



Ομιλία στην εκδήλωση της οργάνωσης παιδείας-έρευνας της Αθήνας της Δημοκρατικής Αριστεράς (Παρασκευή 6 Απριλίου 2012)

Μάνος Ματσαγγάνης:
Εκπαίδευση και Έρευνα: από την κρίση στην ανάπτυξη

Η πολυπόθητη ανάπτυξη της οικονομίας δεν μπορεί να στηριχθεί στις σαθρές βάσεις στις οποίες στηριζόταν η πλασματική ευημερία με δανεικά που μας έφερε στην κρίση. Ούτε μπορεί να προέλθει από το αποτυχημένο πρότυπο της «φτηνής ανάπτυξης» που κατασπαταλά πόρους, φυσικούς και ανθρώπινους. Ούτε τέλος μπορεί να στοιχηματίζει στη συνεχή υποτίμηση του κόστους εργασίας. Θα πρέπει να βασίζεται σε μια οικονομία που ανταμείβει την υγιή επιχειρηματικότητα, επενδύει στους εργαζόμενους και σέβεται το περιβάλλον. Με στόχο την ανάδυση επιχειρήσεων που μπορούν να πληρώνουν ικανοποιητικούς μισθούς επειδή παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες υψηλής προστιθέμενης αξίας, ελκυστικά εξ αιτίας της ποιότητάς τους και διαθέσιμα σε προσιτές τιμές.

Αυτό δεν γίνεται χωρίς ερευνητικά κέντρα υψηλού επιπέδου, που να συνεργάζονται με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά και να είναι εφάμιλλα με αυτά. Χωρίς πανεπιστήμια κύτταρα γνώσης και δημιουργίας, που να ενθαρρύνουν την πιο ζωντανή ανταλλαγή ιδεών για όλα τα ζητήματα της επιστήμης και της κοινωνίας. Χωρίς σχολεία που να προετοιμάζουν τους αυριανούς ανήσυχους πολίτες και δημιουργικούς εργαζόμενους.

Δεν θα ήθελα να μηδενίσω τη δουλειά που ήδη γίνεται. Κάποια ερευνητικά κέντρα είναι ήδη πρωτοπόρα στον τομέα τους. Η δουλειά των ερευνητών μας εκεί έχει κερδίσει το σεβασμό και την εκτίμηση των συναδέλφων τους από τις άλλες χώρες. Κάποια πανεπιστημιακά τμήματα είναι εξαιρετικά, και αξιολογούνται ως εξαιρετικά από διεθνείς αξιολογητές. Είμαι σίγουρος ότι το ίδιο ισχύει και με κάποια σχολεία.

Το πρόβλημα δεν είναι ότι η αριστεία στην εκπαίδευση και στην έρευνα είναι ανύπαρκτη στη χώρα μας: δεν είναι. Το πρόβλημα είναι ότι η αριστεία, εκεί όπου υπάρχει, δεν καλλιεργείται από το θεσμικό περιβάλλον, ούτε μπορεί να υπολογίζει στην υποστήριξη (οικονομική και πολιτική) της Πολιτείας. Εκδηλώνεται σε εντελώς αντίξοες συνθήκες, χάρη στο μεράκι και στην εργατικότητα μεμονωμένων ερευνητών, καθηγητών και δασκάλων. Όπου μαζευτούν πολλοί τέτοιοι μαζί, μπορεί να καταφέρουν να βάλουν τη σφραγίδα τους στην κουλτούρα ολόκληρου του κέντρου ή του πανεπιστημίου (συνηθέστερα: στην κουλτούρα του ινστιτούτου ή του τμήματος).

Πρέπει να αλλάξουν πολλά. Χρειαζόμαστε μαθητές και φοιτητές που δεν ενδιαφέρονται μόνο για το χαρτί και δεν φιλοδοξούν να γίνουν «αδιόριστοι πτυχιούχοι» – αλλά συνειδητοποιούν ότι η επιτυχής τους πρόσδεση σε μια πολύ δύσκολη αγορά εργασίας εξαρτάται από τις πραγματικές γνώσεις τους, καθώς επίσης και από την πρωτοβουλία και την επινοητικότητά τους. Χρειαζόμαστε ερευνητές και καθηγητές που αγαπούν τη δουλειά τους και την κάνουν καλά – και για αυτό δεν φοβούνται να αξιολογηθούν. Χρειαζόμαστε ένα θεσμικό περιβάλλον που να ενθαρρύνει τη δημιουργική δουλειά, αντί να ευνοεί τη μετριότητα και τη διαπλοκή. Χρειαζόμαστε τέλος μια πολιτική για την εκπαίδευση και την έρευνα που να θέτει σαφείς, δίκαιους και σταθερούς κανόνες, που να προσφέρει επαρκή (έστω και εάν είναι κατ’ ανάγκη λιτή) χρηματοδότηση, απαιτώντας βέβαια σε αντάλλαγμα διαφάνεια και λογοδοσία.

Η Δημοκρατική Αριστερά δεν απευθύνεται σε όσους κρατούν την έρευνα και την εκπαίδευση δέσμιες αρτηριοσκληρωτικών αγκυλώσεων. Δεν συμμερίζεται τη στάση των μελών της θλιβερής συντεχνίας των πρυτάνεων, ούτε των συνδικαλιστών της συμφοράς που παραλύουν τα πανεπιστήμια ή τα σχολεία. Δεν προτίθεται να χαριστεί σε όσους δεν έχουν να προβάλουν άλλο όραμα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα εκτός από την εθνικοφροσύνη, την αρχαιοπληξία, τη θρησκοληψία, και τον βαθύ κοινωνικό και πολιτικό συντηρητισμό. Αντίθετα: φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει όλους εκείνους τους ερευνητές και εκπαιδευτικούς που σε καθημερινή βάση κάνουν μικρά θαύματα σε ένα εχθρικό περιβάλλον. Ανεξάρτητα από τις πολιτικές τους απόψεις. Επειδή όταν (με το καλό) γυρίσουμε σελίδα, από την κρίση στην ανάπτυξη, θα το χρωστούμε σε αυτούς.

Σάββατο 7 Απριλίου 2012

Η «φιλολαϊκή πολιτική», το ΠΑΣΟΚ, και η δεκαετία του ‘80


Δημοσιεύτηκε στον διαδικτυακό τόπο ενημέρωσης και ανάλυσης «Protagon» (Σάββατο 7 Απριλίου 2012).


 Μπορεί να είναι χρήσιμη και φιλολαϊκή η πολιτική; Εξαρτάται τι εννοεί ο καθένας. Όπως την εννοώ, χρήσιμη πολιτική είναι εκείνη που εγγυάται βιώσιμη ευημερία. Αυτό προϋποθέτει αποκατάσταση της νομιμότητας παντού (αρχίζοντας από την ασυδοσία των ισχυροτέρων), δίκαιη κατανομή των βαρών και προστασία των αδύνατων, μηδενική ανοχή στη φοροδιαφυγή-φοροκλοπή. Οδηγεί στην ανάπτυξη, με σταθερούς και δίκαιους κανόνες και δημόσιες υπηρεσίες που εργάζονται με επαγγελματισμό, αμεροληψία, ακεραιότητα. Σε μια οικονομία που αμείβει την υγιή επιχειρηματικότητα, επενδύει στους εργαζόμενους, σέβεται το περιβάλλον. Σε μια κοινωνία αλληλεγγύης και ευθύνης, όπου γίνονται σεβαστοί οι κανόνες κοινής συμβίωσης .

 Αντίθετα, η λέξη «φιλολαϊκή» δε μου λέει πολλά (και τα λίγα που μου λέει,μου είναι μάλλον απεχθή). «Φιλολαϊκή» για παράδειγμα ήταν η πολιτική των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του ’80. Τόσο «φιλολαϊκή» μάλιστα, που ακόμη την πληρώνουμε. Στη διάρκειά της, το δημόσιο χρέος τριπλασιάστηκε. Αντίθετα, στην οκταετία Σημίτη τα ελλείμματα παρέμειναν χαμηλά και το χρέος σταθεροποιήθηκε. (Ίσως επειδή οι κυβερνήσεις Σημίτη δεν ήταν επαρκώς «φιλολαϊκές».)

 Η δεκαετία του ’80 ήταν μια καλή δεκαετία για πολλούς. Ιδίως για όσους ήταν κοντά στα «κέντρα λήψης των αποφάσεων». Το τίμημα το πληρώνουν τα παιδιά που έχουν τώρα την ηλικία που είχαμε εμείς τότε. Σύμφωνα με την Eurostat, η ανεργία των νέων έχει φτάσει σήμερα το 50,4%. Εκεί καταλήγει η πολιτική που σκορπά αλόγιστα το δημόσιο χρήμα, στέλνοντας το λογαριασμό στο μέλλον.

Θα ήταν ίσως περιττό να μιλάμε σήμερα για τη δεκαετία του ’80, εάν ο πολιτικός χώρος που κυριάρχησε τότε (το ΠΑΣΟΚ) είχε διδαχθεί από τις σκοτεινές όψεις της εμπειρίας αυτής. Φοβάμαι όμως ότι κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί. Η κυρίαρχη αντίληψη της διακυβέρνησης της εποχής εκείνης εξακολουθεί να καθοδηγεί το χώρο του ΠΑΣΟΚ – και δυστυχώς όχι μόνο αυτόν. Εννοώ την χωρίς αναστολές εξυπηρέτηση του ιδιωτικού συμφέροντος ορισμένων ευνοημένων ομάδων σε βάρος του δημόσιου συμφέροντος, και του μέλλοντος της χώρας.

 Ας δούμε λ.χ. τι έγινε με το «ασφαλιστικό του Μνημονίου» τον Ιούλιο 2010. Ο τότε υπουργός εργασίας εμφανίστηκε ως ηρωϊκά μαχόμενος υπέρ των εθνικών συμφερόντων. Έπαιξε σκληρή άμυνα κατά της τρόικας, με μοναδικό στόχο την εξαίρεση των γνωστών «ευπαθών ομάδων»: μηχανικοί, δικηγόροι, γιατροί, εργαζόμενοι στις ΔΕΚΟ, υπάλληλοι της ΤτΕ, δημοσιογράφοι, βουλευτές, κληρικοί, ένστολοι κ.ά.

 Σήμερα που η ανάγκη για κοινωνική προστασία είναι μεγάλη, χρήσιμη πολιτική θα ήταν η μέριμνα για τα πιο αδύναμα στρώματα. Αλλά λεφτά δεν υπάρχουν για τους μακροχρόνια άνεργους ή για τις φτωχές οικογένειες με παιδιά. Αντίθετα, βρέθηκαν €605 εκατομμύρια το χρόνο για να μπορούν οι εργαζόμενοι της ΔΕΗ να συνταξιοδοτούνται σε νεαρή ηλικία με πολύ υψηλότερες συντάξεις από ό,τι αντιστοιχεί στις εισφορές τους. Ας είναι καλά ο σημερινός αρχηγός του ΠΑΣΟΚ που φρόντισε το θέμα τους το 1999 και ο νυν υπουργός υγείας που τους άφησε εκτός ασφαλιστικού της τρόικας το 2010.

 Το ΠΑΣΟΚ δεν θα συνέλθει ποτέ εάν προηγουμένως δεν λογαριαστεί με τη βαριά κληρονομιά της δεκαετίας του ’80. Δεν μπόρεσε να το κάνει στο παρελθόν, και δεν φαίνεται να μπορεί να το κάνει ούτε τώρα. Και το πληρώνει. Δυστυχώς το πληρώνουμε όλοι.